38- Η φτωχή μέρα

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2019
Σελήνη 7 ημερών (1ο τέταρτο)
Προγνωστικά: Φτωχή ημέρα


   Πρέπει να είχαν περάσει και δυόμισι μήνες από την τελευταία μας εξόρμηση.
Ο καιρός καθόλου δε βοήθησε αφού αντί γιά άνοιξη ζήσαμε μιά επανάληψη του γκρίζου κερκυραικού χειμώνα, με ο,τι κι αν επέφερε αυτό στις ευαίσθητες ψυχές μας.
Οι τελευταίες εξορμήσεις ήταν πέρα για πέρα αποκαρδιωτικές, παταγώδεις οι αποτυχίες μας και μέσα σε αυτές ήρθε να προστεθεί και το τηλεκατευθυνόμενο βαρκάκι. Το κουβαλούσαμε εδώ κι εκεί σε κακοτοπιές, κακοκαιρίες και αψαρίες. Είχαμε το βάρος του να υπερδιπλασιάζεται σε κάθε αποτυχία και εμείς να το κουβαλάμε ξανά και ξανά...σίγουρα δεν έφταιγε το βαρκάκι όμως.
Ετοιμοπόλεμα
Τα παραπάνω αποτελούν τις αυτονόητες και πανεύκολες δικαιολογίες που σίγουρα κατείχαν ένα μερίδιο. Η αλήθεια είναι οτι τελευταία χάθηκε το ενδιαφέρον και οι εξορμήσεις δε γίνονται χώρις αυτό το απαραίτητο συστατικό. Δε γίνεται να παρακαλάς ούτε να κυνηγάς κανέναν να έρθει γιά ψάρεμα. Η θάλασσα είναι στη θέση της, οι Δευτέρες επίσης...τα εργαλεία περιμένουν...όσοι πιστοί προσέλθετε. 
   Είχα αποφασίσει οτι θα ψαρέψω...ακόμα και μόνος. Οι ώρες περνούσαν και σημάδια ζωής δεν έβλεπα από τους Γιώργηδες, πήρα τον δολωματά και έκλεισα έναν καλό φαραώ, έιχα κάτι αλατισμένα τσουτσούνια, λίγο κοτόπουλο, λίγο χταπόδι και σαρδέλες. Πλήρες μενού.
'Επιασα να τακτοποιώ τα εργαλεία μου, θα έστελνα ένα μύνημα στην ομάδα μου πριν ξεκινήσω γιά το μέρος που είχα επιλέξει κι όποιος ήθελε ας έρθει, εγώ τη Δευτέρα μου πάντως θα την τιμούσα, το μόνο σίγουρο.
   Μύνημα από το Γιώργη, προ τετελεσμένων γεγονότων τον έφερε η απάντηση μου. 8 στον Ανεμόμυλο. Ο Γιωργάκης πουθενά, ούτε φωνή ούτε ακρόαση.
   Ξεκίνησα λίγο νωρίτερα και έφτασα σε έναν πέρα για πέρα καλοκαιρινό ανεμόμυλο γεμάτο λουόμενους. Έπιασα θέση και άρχισα να δένω και να στήνω ώστε να είμαι έτοιμος όταν θα έφευγε ο κόσμος. Με βρίσκει ένας γνωστός που κρατούσε ένα ψαροντούφεκο και αρχίζει να μου αραδιάζει τι ψάρια είδε. Δεκάκιλη συναγρίδα, μεγάλες τσιπούρες, άλλες δυό μικρές συναγρίδες ένα κοπάδι από μεγάλα λαβράκια και ένα κοπάδι μεγάλες  σάλπες αλλά όλα απλησίαστα. Άρχισε να μου λέει προς τα που να ρίξω και να βγάλω ζωντανό ψαράκι κλπ κλπ. Με τρέλανε και μου φούσκωσε τα μυαλά. 
Μπροστά σε αυτή τη θέα....
   Σαν αραίωσε ο κόσμος έπιασα δειλά-δειλά να ρίχνω και έκατσα να απολάυσω το ωραίο σούρουπο. Στις απέναντι ακτές σύννεφα και κεραυνοί, σε έμας σωστό καλοκαίρι. Είχε δεν είχε περάσει μία ώρα αφότου είχα ρίξει, τότε ήρθε ο Γιώργης κι έπιασε να δένει και να ετοιμάζει. Ο τρίτος της παρέας άφαντος, ούτε φωνή ούτε ακρόαση...
   Η ώρα περνούσε όμορφα και χαλαρά χωρίς κάποια ιδιαίτερη κίνηση. Ο Γιώργης αποφάσισε να πάρει τηλέφωνο το Γιωργάκη γιατί είχε την εντύπωση πως κάτι τρέχει με μένα και είχε απαραιτήτωςνα κάνει και με το ψάρεμα. Μέσα στο μυαλό του κάποια πλεκτάνη έπαιζε και ήθελε σώνει και ντε να την επαληθεύσει, έλα που ήθελε και να μου την φορτώσει κι όταν τον πιάνει το πείσμα του βράχος αμετακίνητος. Ρε χρυσέ μου, ρε καλέ μου δεν έγινε κάτι, όποιος ενδιαφέρεται ξέρει τι και πως, δεν είμαστε και χτεσινοί. Του απάντησε ωραιότατα ο Γιωργάκης λοιπόν μασώντας τα λόγια του οτι δεν είχε λεφτά και χίλιες δύο δικαιολογίες για να καταλήξει στην αλήθεια οτι προτίμησε να πάει γιά μπάνιο κλπ κλπ. Άκουσον άκουσον, να παρατάς το ωραίο ψάρεμα να πας για μπάνιο, ορίστε που οδηγεί ο μακρύς χειμώνας και οι κακές επιδόσεις.
Γλυκά σουρούπωνε
   Πιάσαμε να κάνουμε την πρώτη αλλαγή, η μόνη κίνηση έγινε σε ένα καλάμι δικό μου, μία γερή τραβηξιά φαραώ  με φλοτεράκι, το σήκωσα αλλά τίποτα. Θα ήταν 21.30 όταν σηκώνοντας το ίδιο καλάμι ένιωθα βάρος. Θεώρησα οτι έφερνα όλη τη φυκιάδα αφού δεν ένιωθα σπαρτάρισμα. Το βάρος επέμενε και σταδιακά άρχισα να νιώθω κάτι να κινείται σπασμωδικά για να δω έναν ωραίο σαργό να έρχεται αβίαστα. Τον σήκωσα χωρίς πολλά πολλά και άρχισα να αναρωτιέμαι....μα ούτε
Αθόρυβος
καν το κουδουνάκι;
   Μείναμε να χαζεύουμε τον ωραίο σαργό, πόσο καιρό είχαμε να δούμε τέτοιο ψάρι...μήνες, γιά να μην πω χρόνο. Άρχισαν τα περίεργα τσιμπήματα απο τη μεριά του Γιώργη, μουλωχτά τσιμπήματα που του θύμιζαν σηκιό με τα τσαλιμάκια του. Ξάφνου φεύγει το κουδούνι και αρχίζει να φέρνει...ήταν κάτι καλό. Αμέσως τσιμπάει και το δεύτερο καλάμι του, το πιάνω και αρχίζω να φέρνω, είχε ψάρι κι αυτό...δεν είχαμε τρίτο άτομο να κρατά απόχη. Την είχα ανοίξει και βρισκόταν δίπλα μας αλλά ποιός να κάνει κουμάντο...θέμα τύχης λοιπόν.
Ντουέτο φλοτέρ
Ο Γιώργης προσπαθούσε να ανεβάσει δίπλα μου έναν ωραίο σηκιό κι εγώ κάτι έφερνα. Η τύχη ήταν μαζί μας. Ήρθαν και τα δύο πάνω. Ο σηκιός και ένας μικρός σαργός σε φαραώ με φλοτέρ. Μέρα φλοτέρ λοιπόν.
   Υπήρχαν τσιμπήματα από την πλευρά του Γιώργη, έσπασε η γκαντεμιά του. Κι άλλο σύρσιμο...ύπουλο τσίμπημα σηκιού ίσως;
  



 Έκανε να σηκώσει μα ήταν σκαλωμένο, του είπα να δώσει χρόνο μπάς και ξεβραχώσει, ήταν κάποιο ψάρι ποιός ξέρει που το είχε σύρει. Ένα δυνατό τράβηγμα στη σαρδέλα με τα τρία αγκίστρια, έκανα να το φέρω μα δεν είχε κάτι, ούτε καν δαγκωμένη δεν ήταν...περίεργο.
Πέντε-δέκα λεπτά μετά έπιασε να φέρνει και το ψάρι είχε ξεβραχώσει, έπιασα γρήγορα απόχη ήταν καλό. Σε λίγες μανιβελιές φάνηκε ένας ωραίος ακόμη σηκιός λίγο πιό μεγάλος από τον προηγούμενο....φαραώ με φλοτέρ κι αυτός.
Το γρουσούζικο
   Είχε περάσει περίπου μία ώρα δραστηριότητας, δόλωσε-ρίξε-φέρε-ξεψάρισε. Είχαμε τέσσερα ψάρια. Στείλαμε φωτογραφία στο Γιωργάκη, εμ πως κύριε...δεν ήθελες να έρθεις;...Ορίστε τα καμώματα σου και τι έχασες. Το ηθικό στα ύψη μόνο που πιά τα πράγματα έδειχναν πιό ήρεμα. Υπήρξε άλλο ένα τράβηγμα στη σαρδέλα αλλά το έφερνα λίγο βαρύ και ελάφρυνε ξαφνικά...κομμένο το νήμα...ποιός ξέρει τι έγινε. Όλα τα ψάρια φαραώ κι όλα φλοτέρ. Έχει ο τόπος φυκιάδες να φάνε και οι κότες, πρέπει να είσαι τυχερός για να μην πέσεις σε αυτές ή στις χαραμάδες των βράχων. Οικονομία στο δόλωμα πιά να μην ξεμείνουμε αν συνέχιζε η ρέντα μας.
   Πέρασε αρκετή ώρα και δραστηριότητα μηδέν, λες και έφυγε το κοπάδι.
Ένα απαλό σήκωμα στη σαρδέλα και έπιασα να φέρνω, δεν ερχόταν, σαν να είχε φωλιάσει σε χαραμάδα. Την ψυλιάστηκα και λίγο μετά έφερα ένα μικρο μουγκρί που τα είχε καταπιεί όλα...αναθεματισμένο σε μένα βρήκες να πέσεις;
   Είχε πάει μία η ώρα και αποφασίσαμε τελευταία δολωσιά αφού όλα έιχαν ηρεμήσει εντελώς πιά.
Είχε πάει καλά η ψαριά και έγιναν όλα τόσο σύντομα...ποιός ξέρει πότε θα έτρωγαν ξανά, μάλλον στο ξημέρωμα. Άλλο τσίμπημα δεν υπήρξε, κόντευε δύο. Πιάσαμε να μαζεύουμε, δε φέραμε κάτι άλλο...παρά μιά λάλα, κουδουνάκι λήξης.   
   Είχε καιρό να δεί την παρέα μας η θάλασσα, έστω και λειψή. Πέρα από ψαρέματα που μπορεί ο καθένας να έκανε μόνος του. Θα είπε, πάει, αυτοί τα βρόντηξαν κάτω, απελπίστηκαν απο την απανωτή αψαρία...θα θεωρούν οτι δεν ενδιαφέρομαι πιά, κάτσε να τους δώσω μιάν ανάσα μπας και πάρουν μπρος να αρχίσουν πάλι τα καμώματα τους στην ποδιά μου,μπας και δούν τα ασήμια μου, κάτσε να τους δώσω μιάν ανάσα να αναθαρρήσουν... Έτσι μας έπρεπε...κι έτσι έγινε....!
Φτωχή μέρα είπαν οι "ειδικοί"

Σχόλια